Τρίτη 19 Μαΐου 2020

Η Ανώτατη Συνομοσπονδία Γονέων Μαθητών Ελλάδας είναι κατηγορηματικά αντίθετη στη βιντεοσκόπηση του μαθήματος


Η Ανώτατη Συνομοσπονδία Γονέων Μαθητών Ελλάδας είναι κατηγορηματικά αντίθετη στη βιντεοσκόπηση του μαθήματος και σε ανοιχτή επιστολή καλεί «κάθε Ομοσπονδία, Ένωση και Σύλλογο Γονέων να οργανώσει τη συμπλήρωση ΔΗΛΩΣΗΣ ΑΡΝΗΣΗΣ από κάθε γονέα ΒΙΝΤΕΟΣΚΟΠΗΣΗΣ του παιδιού του κατά τη διάρκεια του μαθήματος και κατάθεσης αυτής στους Διευθυντές των σχολείων».

Στην ανακοίνωση της η ΑΣΓΜΕ σημειώνει: 

«Αυτή η νομοθετική ρύθμιση της Κυβέρνησης δεν έχει καμιά παιδαγωγική και μορφωτική αξία. Δεν έχει καμία σχέση με την ισοτιμία στη μόρφωση, όταν μάλιστα με ευθύνη της Κυβέρνησης, 1 στους 4 μαθητές στη χώρα μας έμεινε εκτός εκπαιδευτικής διαδικασίας όσο τα σχολεία ανέστειλαν τη λειτουργία τους λόγω της πανδημίας.
Αυτή η νομοθετική ρύθμιση παραβιάζει τα προσωπικά δεδομένα ανήλικων μαθητών αλλά και των εκπαιδευτικών. Μπορεί να εκθέσει οποιονδήποτε μαθητή και εκπαιδευτικό σε οποιονδήποτε.
Αυτή η νομοθετική ρύθμιση πρέπει να καταδικαστεί από κάθε γονιό ξεχωριστά, αλλά και οργανωμένα από τα Όργανα του κινήματος Γονέων.
Καλούμε κάθε Ομοσπονδία, Ένωση και Σύλλογο Γονέων να εκδώσει ανακοινώσεις καταδίκης της ζωντανής βιντεοσκόπησης του μαθήματος.
Καλούμε κάθε Ομοσπονδία, Ένωση και Σύλλογο Γονέων να οργανώσει τη συμπλήρωση ΔΗΛΩΣΗΣ ΑΡΝΗΣΗΣ από κάθε γονέα ΒΙΝΤΕΟΣΚΟΠΗΣΗΣ του παιδιού του κατά τη διάρκεια του μαθήματος και κατάθεσης αυτής στους Διευθυντές των σχολείων»
Η επιστολή ήδη κυκλοφορεί (δείτε τη εδώ) και οι Ενώσεις Γονέων ετοιμάζονται για δυναμική συλλογική αντίδραση αλλά ατομική δήλωση κάθε γονέα. Ήδη τη δήλωση έχουν υιοθετήσει Σύλλογοι Γονέων, με καλέσματα τους ( Σύλλογος Γονέων Περιστερίου κ.α).



 
Πληροφορίες: Ημερόδρομος

Τετάρτη 13 Μαΐου 2020

Η εκπαίδευση, η δημοκρατία και η κυρία Κεραμέως


 Τόνια Παντελαίου*

πηγή: Αυγή


Το νέο νομοσχέδιο στοχεύει στην απάλειψη του μοναδικού πραγματικά θετικού στοιχείου που η ελληνική δημόσια εκπαίδευση έχει διατηρήσει όλα αυτά τα χρόνια: τον υψηλό βαθμό συμμετοχής όλων των κοινωνικών στρωμάτων
Η ιδέα της δημόσιας εκπαίδευσης είναι προϊόν του Διαφωτισμού και των ιδεών του περί ισονομίας, ισοπολιτείας και ανθρώπινων δικαιωμάτων που στήριξαν όλη τη μετέπειτα ιστορική πορεία των σύγχρονων δημοκρατικών κρατών. Η δημοκρατία, που πάει να πει η κοινή ευθύνη όλων των ανθρώπων για τα θέματα που διαμορφώνουν την κοινή τους πορεία, προϋποθέτει την ικανότητα όλων να έχουν μια βασική αντίληψη του τι συμβαίνει γύρω τους, να έχουν τη δυνατότητα να σκεφτούν με στοιχειωδώς ανεξάρτητο τρόπο για να μπορέσουν και να εκτιμήσουν τι πραγματικά είναι σύμφωνο με τα συμφέροντα και τις επιθυμίες τους και να το υπερασπιστούν ανάλογα. Ο στόχος τής επαγγελματικής κατάρτισης, η δυνατότητα της κοινωνικής μεταβολής μέσω του μορφωτικού κεφαλαίου ακόμα και η «υγιής ανάπτυξη της προσωπικότητας των νέων» είναι σημαντικά στοιχεία που ενσωματώνονται στην εκπαιδευτική λειτουργία. Όμως όλα θα μπορούσαν σε μεγάλο βαθμό να εξασφαλίζονται και χωρίς τον δημόσιο χαρακτήρα της εκπαίδευσης.
Ο Μεσαίωνας και ακόμα περισσότερο η Αναγέννηση, χωρίς καθόλου να φαντάζονται ιδέες όπως ένα δημόσιο ή καθολικό εκπαιδευτικό σύστημα, δεν εμπόδισαν τους ανθρώπους να έχουν επάγγελμα, δεν εμπόδισαν την κοινωνική μεταβολή, δεν εμπόδισαν ούτε καν την έρευνα (τουλάχιστον των Γραφών!) και τις τέχνες. Αυτό που δεν μπορεί να διασφαλιστεί χωρίς δημόσια εκπαίδευση είναι το κοινωνικό - πολιτικό ζητούμενο της δημοκρατικής συμμετοχής και ευθύνης όλων των πολιτών. Η ιδέα αλλά και τα κριτήρια ποιότητας της εκπαίδευσης είναι άρρηκτα και θεμελιακά συνδεδεμένα με το όραμα και την ποιότητα της δημοκρατίας.
Βέβαια, αυτό δεν ισχύει και αντίστροφα. Το ότι δεν μπορεί να υπάρξει δημοκρατία χωρίς δημόσια εκπαίδευση δεν αναιρεί το γεγονός ότι μπορεί θαυμάσια να υπάρχει δημόσια εκπαίδευση χωρίς δημοκρατία. Ίσα - ίσα! Κάθε απολυταρχικό καθεστώς έχει χρησιμοποιήσει το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα για να επιτύχει και να παγιώσει τη δική του ιδεολογία, τις δικές του πρακτικές, τις δικές του προτεραιότητες. Αλλά, ακόμα κι όταν δεν έχουμε να κάνουμε με απολυταρχικά καθεστώτα, η διείσδυση κάθε είδους ιδεολογικών και πολιτικών προτεραιοτήτων στο επίπεδο της εκπαιδευτικής καθημερινότητας είναι συνεχής, πολύπλευρη και βαθιά.
Ταξική αναπαραγωγή
Ακόμα κι αν δεν θέλουμε να αποδεχτούμε -ως ακραιφνώς μαρξιστική και πιθανά μονοδιάστατη- την ιδέα πως «η εκπαίδευση είναι ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους», όπως έγραφε ο Αλτουσέρ, παραμένει το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η εκπαίδευση στον σύγχρονο κόσμο, ακόμα κι όταν τυπικά ενσωματώνει όλες τις πρέπουσες αρχές περί ισότιμης πρόσβασης σε όλους, δεν παύει να λειτουργεί επίσης ως ένας ιδιαίτερα αποτελεσματικός τρόπος ταξικής αναπαραγωγής, τείνοντας να κατευθύνει επαγγελματικά, μορφωτικά και ιδεολογικά κάθε παιδί στον “πάγκο” του, δηλαδή στην “ευτυχή” του ένταξη στην ίδια κοινωνική τάξη από την οποία προέρχεται. Η έρευνα των Γάλλων Μπουρντιέ - Πασερόν τη δεκαετία του ’60, που επαληθεύτηκε περίτρανα από αντίστοιχες έρευνες που ακολούθησαν, δείχνει ξεκάθαρα τη συσχέτιση της κοινωνικής τάξης προέλευσης με τον βαθμό επιτυχίας στο σχολείο. Μεταξύ άλλων, είναι σαφές ότι οι γόνοι των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων καταλήγουν στα καλύτερα και πιο αποδοτικά (ως προπαρασκευή επαγγελματικής σταδιοδρομίας) πανεπιστημιακά τμήματα, οι γόνοι των μεσαίων στρωμάτων στα μεσαία, τα παιδιά των εργατικοαγροτικών πληθυσμών στην επαγγελματική εκπαίδευση και το συντριπτικό ποσοστό όσων εγκαταλείπουν την εκπαίδευση πρόωρα προέρχεται από τις αδύναμες κοινωνικές τάξεις.
Πώς γίνεται αυτό όταν το νομικό καθεστώς των σύγχρονων δημοκρατικών χωρών δεν βάζει κανέναν επίσημο φραγμό στην εκπαιδευτική εξέλιξη των μαθητών; Είναι η διαφορά πολιτιστικού κεφαλαίου λέει ο Μπουρντιέ. Είναι η διαφορά των γλωσσικών κωδίκων λέει ο Μπερνστάιν μια δεκαετία αργότερα.
Σε κάθε περίπτωση, ο εντοπισμός των μηχανισμών ταξικής αναπαραγωγής στο εσωτερικό της εκπαιδευτικής διαδικασίας αναδεικνύει σε κρίσιμο κριτήριο για την επιτυχία τού κεντρικού στόχου τής δημόσιας εκπαίδευσης (δηλαδή τη διαμόρφωση πολιτών) το κατά πόσο αυτή επιτυγχάνει να αμβλύνει τον κοινωνικό αυτοματισμό της ταξικής αναπαραγωγής.
Κακές ενδείξεις
Στην ελληνική περίπτωση, ενώ στο επίπεδο της ελαχιστοποίησης της σχολικής διαρροής τα πράγματα πηγαίνουν πολύ καλά σε σχέση με άλλες χώρες (η Ελλάδα έχει ένα από τα μικρότερα ποσοστά πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου), στο επίπεδο της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης οι ενδείξεις είναι κακές. Τόσο από τα στοιχεία του PISA όσο και από τις στοιχειώδεις ελληνικές σχετικές έρευνες και καταγραφές προκύπτει αβίαστα ότι το ποσοστό των Ελλήνων μαθητών που δεν καταφέρνουν να αποκτήσουν ούτε καν το επίπεδο της επαρκούς αναγνωστικής ικανότητας είναι κάπου ανάμεσα στο 20% και το 30%. Βέβαια, η αναγνωστική επάρκεια είναι άλλο πράγμα από την πολιτειακή ωριμότητα. Αλλά, αν δεν καταφέρνουμε ούτε το πρώτο, δύσκολα μπορούμε να υποθέσουμε πως τα καταφέρνουμε στο δεύτερο.
Οι πολιτικές επιλογές
Γιατί τα γράφω όλα αυτά τώρα; Μα γιατί μας προέκυψαν η κυρία Κεραμέως και η πολιτική της για την εκπαίδευση και το καινούργιο νομοσχέδιο που ετοιμάζεται να ψηφιστεί. Και θέλω να την υπερασπιστώ προς οποιονδήποτε την κατηγορεί για έλλειψη οράματος ή γνώσης για την Παιδεία. Η κυρία Κεραμέως προωθεί αποτελεσματικά και συστηματικά ένα πολύ συγκροτημένο σχέδιο μετατροπής της δημόσιας εκπαίδευσης σε οργανωμένο πλέον μηχανισμό παραγωγής επαρκών υπηκόων μιας καλά οργανωμένης ολιγαρχίας: οι προερχόμενοι από τα κατώτερα στρώματα εκδιώκονται γρήγορα από την εκπαίδευση (ποιο άλλο είναι το αποτέλεσμα των διαρκών εξεταστικών κατωφλιών;), οι μεσαίοι μαθαίνουν να πειθαρχούν, οι καλύτεροι εκπαιδεύονται εξ απαλών ονύχων σε όλες εκείνες τις δεξιότητες που μπορούν να προμηθεύσουν υπάκουους και αποτελεσματικούς υπαλλήλους των μεγάλων εταιρειών. Για τα αφεντικά των εταιρειών δεν χρειάζεται να ανησυχούμε: αυτά εκπαιδεύονται στα καλά (ή και στα άθλια) ιδιωτικά (εσωτερικού και εξωτερικού) εκπαιδευτικά ιδρύματα. Αυτά όλα δεν οφείλονται σε κάποια «ανεπαρκή» αντίληψη του υπουργικού επιτελείου για τις ανάγκες, τις δυνατότητες και τους στόχους τής εκπαίδευσης. Αποτελούν σαφή και συγκροτημένη πολιτική επιλογή.
Η πολιτική της κυρίας Κεραμέως στοχεύει στην απάλειψη του μοναδικού πραγματικά θετικού στοιχείου που η ελληνική δημόσια εκπαίδευση έχει διατηρήσει όλα αυτά τα χρόνια και ήταν ο υψηλός βαθμός συμμετοχής όλων των κοινωνικών στρωμάτων στην εκπαίδευση, ενώ ταυτόχρονα κάνει ό,τι μπορεί για να δικαιώσει τον Αλτουσέρ κάνοντας την εκπαίδευση να μην μπορεί να είναι οτιδήποτε άλλο παρά στυγνός και μονομερής ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους των επιλέκτων - με όσα αυτό σημαίνει για το μέλλον τής δημοκρατίας μας.
Βεβαίως, η κυρία Κεραμέως δεν θα βρισκόταν ίσως εκεί που βρίσκεται και το όραμά της δεν θα μπορούσε αυτή τη στιγμή να αποκτά νομοθετική ισχύ αν κάποια πράγματα στη σύγχρονη ελληνική πολιτική Ιστορία είχαν εξελιχθεί διαφορετικά. Αν η ελληνική δημόσια εκπαίδευση στις προηγούμενες τέσσερις δεκαετίες τα είχε καταφέρει καλύτερα σε εκείνο το αναγκαίο δεύτερο βήμα τής επαρκούς και αποτελεσματικής εκπαίδευσης για τη δημοκρατία. Γιατί, ενώ πράγματι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα κατάφερε να διασφαλίσει τα δημοκρατικά εύσημα στο επίπεδο της αριθμητικής / τυπικής συμμετοχής όλων, δεν πέτυχε να αναμετρηθεί με την πολύ δυσκολότερη αλλά και μακράν ουσιωδέστερη πρόκληση της ουσιαστικής ανατροπής τ'ης βαθιάς ταξικότητας και του καταστροφικού βερμπαλισμού που συνέχισαν να κατατρέχουν την ελληνική εκπαίδευση όλα αυτά τα χρόνια. Αλλά αυτό είναι μια άλλη, πολύ πικρή ιστορία.

* Η Τόνια Παντελαίου είναι διδάκτορας Παιδαγωγικών